- αλδόλη
- Ένωση που σχηματίζεται από συμπύκνωση δύο μορίων αλδεΰδης. Η συμπύκνωση συνίσταται σε μια ειδική αντίδραση μεταξύ των δύο μορίων, εξαιτίας της οποίας στην αλδόλη που προκύπτει περιέχεται τόσο η αλκοολομάδα -ΟΗ όσο και η αλδεϋδομάδα -CHO. H συμπύκνωση διευκολύνεται από το φως και από την παρουσία αλκαλικών ουσιών σε μικρές ποσότητες. Παρουσιάζει αξιοσημείωτο ενδιαφέρον, γιατί αποτελεί ίσως το πρώτο βήμα ή ένα από τα πρώτα βήματα στη σύνθεση των υδατανθράκων των φυτών. Πολύ γνωστή είναι η ακεταλδόλη που κοινώς ονομάζεται απλώς α. Είναι υγρό άχρωμο, διαλυτό στο νερό, στην αλκοόλη και στον αιθέρα. Κατακρημνίζει μεταλλικό άργυρο από τα αμμωνιακά διαλύματα των αλάτων του. Όταν αφεθεί σε ηρεμία, πολυμερίζεται και μεταβάλλεται σε κρυσταλλική μάζα, που λέγεται παρααλδόλη και η οποία, αφού θερμανθεί αρκετά, αποπολυμερίζεται και πάλι.
* * *ή ακεταλδόλη, η Χημ.οργανική ένωση με μοριακό τύπο: CH3CHOHCH2CH = O.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στα Ελληνικά ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. aldol < ald- (< aldehyde, «αλδεΰδη» πρβλ. αλδεΰδες) + κατάλ. -ol (πρβλ. -όλη)].
Dictionary of Greek. 2013.